Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

 

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας  αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η πρώτη της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ονομάζεται έτσι γιατί εορτάζουμε την αναστήλωση των ιερών εικόνων και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας έναντι της αιρέσεως της εικονομαχίας. Και είναι τόσο σπουδαίο για την ζωή της Εκκλησίας αυτό το γεγονός, γιατί μέσα από την αποδοχή και την προσκύνηση των ιερών εικόνων επιβεβαιώνεται και διατρανώνεται η Ορθόδοξη πίστη και διδασκαλία σχετικά με την ενανθρώπηση του Χριστού και το σωτήριο Πάθος Του, αλλά και με τις ευεργεσίες που παρέχουν στους πιστούς οι Άγιοι που ευαρέστησαν τον Θεό.

Η επίθεση των εικονομάχων κατά των εικόνων είχε ως αιχμή της την εικόνα του Χριστού και την εντολή του Θεού στο Δεκάλογο, που απαγορεύει την κατασκευή και την προσκύνηση των ειδώλων. Υποστήριζαν  δηλαδή από τη μια ότι οι εικόνες δεν είναι σύμφωνες με την εντολή του Θεού και δεν διαφέρουν από τα είδωλα, και από την άλλη ότι είναι βλασφημία κατά του Θεού να αγιογραφούμε την εικόνα του Χριστού, διότι η θεία φύση είναι απερίγραπτη.

Ένας από τους μεγαλύτερους θεολόγους της Εκκλησίας μας, ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ο οποίος υπήρξε θερμός υποστηρικτής των ιερών εικόνων, πολύ σωστά διαπιστώνει ότι η μεν θεία φύση είναι απερίγραπτη, μετά όμως την ενανθρώπηση του Υιού, ο απερίγραπτος Θεός γίνεται περιγραπτός και η εικόνα του Χριστού αντιπροσωπεύει ακριβώς αυτή την άρρηκτο ένωση των δύο φύσεων, της θείας και της ανθρώπινης, στο πρόσωπο του θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Επίσης ονομάζει τις εικόνες ( ως βιβλία των αγραμμάτων ). Η λατρεία αρμόζει και αποδίδεται μόνο στον Τριαδικό Θεό, ενώ τις εικόνες τις τιμούμε και τις προσκυνούμε, δηλαδή τις ασπαζόμαστε, γνωρίζοντας ότι “η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει”, σύμφωνα με τη φράση του Μεγάλου Βασιλείου. Δεν τιμούμε δηλαδή και δεν προσκυνούμε το ξύλο ή τα χρώματα της εικόνας, αλλά το πρόσωπο που εικονίζεται, τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους.

Οι ιερές εικόνες είναι επιπλέον χρήσιμες και διδακτικές για κάθε πιστό, αφού περιγράφουν με τρόπο παραστατικό τις αλήθειες της πίστεώς μας, τη σάρκωση του Λόγου του Θεού, τα θαύματα, το Πάθος και την Ανάστασή Του, επίσης τους άθλους των Μαρτύρων, τις μορφές και τους βίους των Αγίων. Συμπληρώνουν δηλαδή και επεξηγούν όσα η Αγία Γραφή και τα Συναξάρια των Αγίων μας αναφέρουν, και παράλληλα μας ωθούν σε εντατικότερους πνευματικούς αγώνες, ώστε να φτάσουμε  κι εμείς στα μέτρα των Αγίων.

Όλα αυτά τα θαυμαστά μας υπενθυμίζει ο σημερινός εορτασμός, στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ότι έχει παρέλθει προ πολλού  η σκιά του Νόμου και ότι βρισκόμαστε στην περίοδο της Χάριτος και της Απολυτρώσεως που ο Χριστός μας έφερε στον κόσμο. Μας υπενθυμίζει ακόμα να εντείνουμε τον πνευματικό μας αγώνα καθ’ όλη αυτή την περίοδο της μεγάλης νηστείας.

Η 7η  Οικουμενική σύνοδος η οποία προαναφέραμε ήταν αυτή που καταδίκασε τα συγγράμματα των εικονομάχων και τους ίδιους τους εικονομάχους, που τους χαρακτήρισε αιρετικούς. Αναθεμάτισε τους εικονομάχους πατριάρχες και επισκόπους, ενώ δέχτηκε και συγχώρησε όσους εικονομάχους επισκόπους μετανόησαν. Αποφασίσθηκε να γίνουν δεκτοί αφού πρώτα καταθέσουν λίβελλο, έγγραφη ομολογία πίστεως, με την οποία να αποκηρύττουν τις προηγούμενες απόψεις τους.

Θεμελίωσε τη διδασκαλία για την τιμητική προσκύνηση των εικόνων, ανασκεύασε τον όρο της συνόδου της Ιέρειας (754) και αποκατάστησε όσους η σύνοδος εκείνη καταδίκασε, συγκεκριμένα τον πατριάρχη Γερμανό, τον Ιωάννη Δαμασκηνό και τον Γεώργιο Κύπριο.

Οι αποφάσεις της συνόδου έγιναν δεκτές χωρίς αντιδράσεις από τις δύο πλευρές. Αντέδρασαν μόνον οι Στουδίτες μοναχοί, οι οποίοι ενοχλήθηκαν από την κατά τη γνώμη τους επιεική στάση της συνόδου απέναντι στους κληρικούς που είχαν εκδηλωθεί με την πλευρά των εικονομάχων.

Η Σύνοδος εξέδωσε όρο και 22 κανόνες, σχετικούς με θέματα εκκλησιαστικής διοίκησης, ευταξίας, λατρείας και μοναχικού βίου.

Η Σύνοδος συνήλθε ως Οικουμενική και οι αποφάσεις της έγιναν δεκτές από όλες τις Εκκλησίες. Η αναγνώρισή της ωστόσο και η συναρίθμησή της ως Οικουμενική, για διάφορους λόγους, δεν ήταν απρόσκοπτη.

Μετά από την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο ακολούθησε μία ύφεση τριάντα χρόνων περίπου και με την άνοδο στο θρόνο του Λέοντα Ε’ του Αρμένιου (813-820) η έριδα αναθερμάνθηκε και ακολούθησε η δεύτερη φάση της διαμάχης.

Η κατάσταση άλλαξε όταν η Θεοδώρα άσκησε την αντιβασιλεία ως κηδεμόνας του ηλικίας τριών ετών γιου της, του διαδόχου Μιχαήλ Γ’ (842-867). Η Θεοδώρα τάχθηκε αμέσως υπέρ της αποκατάστασης των εικόνων, παύοντας κάθε δίωξη εναντίον των υποστηρικτών τους. Με την υπόδειξη της αυτοκράτειρας αναδείχθηκε πατριάρχης ο επί επταετία φυλακισμένος Μεθόδιος (843-847). Συνήλθε αμέσως σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη (Μάρτιος του 843), η οποία αποφάσισε την αναστήλωση των εικόνων. Έτσι η διαμάχη έπαψε πλέον και επισήμως να υπάρχει.

π.Ι.Κ

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχιστράτηγοι Θεού, Λειτουργοί θείας δόξης, των ανθρώπων οδηγοί και Αρχηγοί Ασωμάτων

Αρχιστράτηγοι Θεού, Λειτουργοί θείας δόξης, των ανθρώπων οδηγοί και Αρχηγοί Ασωμάτων
Οι Άγγελοι του Θεού εισί λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν.

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Recent Posts

Συνολικές προβολές σελίδας

p.Ioannis Kiparissopoulos. Από το Blogger.